Χωρίς να τεκμαίρεται κάτι από την ιστορία, χωρίς καμία απόδειξη, ένδειξη ή ίχνος αλήθειας συγκροτούνται από τους λαούς, από τον πανικό της συγκυρίας, από την καλπάζουσα έμπνευση ή επίνοια των λογοτεχνών αφηγήσεις που με τον καιρό λαμβάνουν το κύρος μιας βεβαιότητας. Θυμίζω έτσι για την ενίσχυση των ισχυρισμών μου. Από πουθενά δεν συνάγεται πως ο Νεύτων συνέλαβε τον νόμο της βαρύτητας όταν ξαπλωμένος κάτω από μια μηλιά έπεσε ένα μήλο και τον χτύπησε στο μέτωπο. Από καμία πηγή δεν επιβεβαιώνεται πως ο Γαλιλαίος, αφού υπόγραψε δημόσια τη μετάνοιά του για την ανακάλυψή του ότι η Γη περιφέρεται γύρω από τον Ήλιο και κινείται περί τον άξονά της, ψιθύρισε το διαβόητο «και όμως κινείται»! Η ιστορική επιστήμη στη Βρετανία έχει προ πολλού με διεθνή συνέδρια και πραγματείες θεμελιώσει την άποψη πως ο Βασιλιάς Ριχάρδος Γ' ο Πλανταγενέτης υπήρξε πράος, ειρηνικός, φιλοπρόοδος και επωφελής για τον λαό του μονάρχης. Παρ' όλ' αυτά συνεχίζει να θριαμβεύει στις σκηνές όλου του κόσμου η άποψη που διατύπωσε ο μεγαλοφυής συμπατριώτης του, Σαίξπηρ, ο οποίος στην ομώνυμη τραγωδία του τον παρουσιάζει σαν ένα τερατώδες θηρίο, αιμοσταγή, αιμομίχτη, παιδοκτόνο, αδελφοκτόνο, συζυγοκτόνο, θεομπαίχτη, επίορκο, άρπαγα, ραδιούργο επιβήτορα της εξουσίας. Το λογοτεχνικό μοντέλο έχει καταγάγει νίκη κατά κράτος εις βάρος της ιστορικής αλήθειας. Αλλά μήπως υπάρχει ίχνος ιστορικής αλήθειας στον ευρωπαϊκό θρύλο, καταφανώς προτεσταντικό προπαγανδιστικό εύρημα για να συκοφαντηθεί η Καθολική Εκκλησία και τα θέσμιά της, για την Πάπισσα Ιωάννα, θρύλο που ιδιοφυώς εκμεταλλεύτηκε το σατιρικό δαιμόνιο του Εμμανουήλ Ροΐδη, τόσο ώστε να ενοχληθεί, ως μη όφειλε, η Ορθόδοξη Ελληνική Εκκλησία, η οποία με αφορισμό αποκαθιστούσε την ιστορική Αλήθεια που ο θρύλος υπονόμευε.
Αλλά να γυρίσω πίσω. Θρύλος, ωραίος ομολογώ, αφού συμβολοποιεί πρόσωπα και ύφος των τριών τραγικών, δεν είναι εν πρώτοις εκείνος που ανεκδοτολογούσε πως την ημέρα που ο Αισχύλος ναυμαχούσε στη Σαλαμίνα, ο Σοφοκλής στην Αθήνα χόρευε επικεφαλής των εφήβων σε επινίκιο χορό, ενώ στη Σαλαμίνα γεννιόταν ο Ευριπίδης. Αλλά θρύλος δεν είναι και οι αφηγήσεις για τον θάνατό τους αφού λέγεται πως ο Αισχύλος σκοτώθηκε από το καύκαλο μιας χελώνας που άφησε να πέσει στην κεφαλή του ένας υπεριπτάμενος γυπαετός, πως ο Σοφοκλής πνίγηκε όταν γέροντας ενενήντα χρόνων κατάπιε μια ρώγα σταφυλιού και πως τον Ευριπίδη τον κατασπάραξαν τα κυνηγετικά σκυλιά του Μακεδόνα Βασιλιά Αρχελάου. Οι θρύλοι αυτοί παραπέμπουν στα υφολογικά ή άλλα μοτίβα των τριών τραγικών, αφού ο γυπαετός είναι πρυτανεύον σύμβολο στον «Αγαμέμνονα» και στον «Προμηθέα» του Αισχύλου, ο Σοφοκλής ονομαζόταν ήδη «αττική μέλισσα» και στην τραγωδία του Ευριπίδη «Ακταίων» ο ήρωας κατασπαρασσόταν από τα σκυλιά. Αλλά μήπως και για τον Ηράκλειτο δεν αναφέρει ο θρύλος ότι πάσχοντας από υδρωπικία κατέβηκε στην πόλη της Μιλήτου, γέμισε έναν κουβά από τα χασάπικα με πεταμένα εντόσθια σφαχτών, πήγε στην παραλία, πασαλείφτηκε μ' αυτά και το πρωί τον βρήκαν φαγωμένο από τα κοπρόσκυλα. Ένας θρύλος εκδικητικός για τον άθεο φιλόσοφο που δογμάτισε: «νέκυες κοπρίων εκβλητότεροι» («οι πεθαμένοι να πετάγονται πιο μακριά κι από τις κοπριές» - χυδαιότερα: «οι νεκροί λίπασμα για τα χωράφια»).
Ποιητικότατος θρύλος βέβαια η παράδοση που κυρώθηκε με έξοχο (και σε ποικίλες παραλλαγές) δημοτικό τραγούδι ότι σε μια δεδομένη στιγμή κατά τη Θεία Λειτουργία την ημέρα της Αλώσεως της Κωνσταντινούπολης η Παναγία υποσχέθηκε πως «πάλι με χρόνια και καιρούς πάλι δικά μας θα 'ναι». Όπως συντηρητικός θρύλος της ελπίδας του γένους είναι και η παράδοση για τον μαρμαρωμένο βασιλιά, την κόκκινη μηλιά και τα μισοτηγανισμένα ψάρια στο Μπαλουκλί.
Υπάρχει καμιά ιστορική πηγή πέρα από τις λαϊκές αφηγήσεις για τον χορό των γυναικών στο Ζάλογγο; Χωρίς να αμφιβάλλει κανείς για τη θυσία τους, πιθανόν κατανοεί πως ο τελετουργικός τρόπος που μνημειώνεται αυτή η θυσία και μάλιστα με αναφορά σε συγκεκριμένο άσμα («Στη στεριά δε ζει το ψάρι» κ.τ.λ.) είναι μια ποιητική κατασκευή ενίσχυσης του φρονήματος των μεταγενεστέρων.
Υπάρχει καμιά ιστορική πηγή που να τεκμηριώνει την έξοχη παράδοση που μνημείωσε μια άλλη εθελοθυσία κα τον θαυμασμό γι' αυτήν του αντιπάλου, από κείνη που διαδόθηκε (και έγινε έξοχο λογοτεχνικό «ποίημα» του Μ. Μητσάκη) πως ο Ιμπραήμ μετά τη μάχη στο Μανιάκι, όταν ο Παπαφλέσσας με τα λίγα παλικάρια του έπεσαν μέχρις ενός, μιμούμενοι τις Θερμοπύλες, ζήτησε να στήσουν όρθια τη σορό του ακουμπώντας τη σ' ένα πλατάνι, να την καθαρίσουν από τα θανάσιμα τραύματα και αφού πλησίασε τον ασπάστηκε στο στόμα.
Τελειώνω θυμίζοντας πως σ' όλα τα ποτάμια των Βαλκανίων, στον Δρίνα, στον Δούναβη, στον Νέστο, όπως και στο γεφύρι της Άρτας, οι θρύλοι αφηγούνταν πως τα γεφύρια τους ήταν θεμελιωμένα πάνω σε εντοιχισμένες ζωντανές υπάρξεις, μαστόρους, πρωτομάστορες ή τις γυναίκες τους.
Έκανα αυτόν τον εκτεταμένο πρόλογο για να φτάσω να εκφράσω τη διπλή απορία μου για τον ανόητο θόρυβο που ξεσήκωσε «Η ιστορία της Ελλάδος» του Δημοτικού. Ένα εγχειρίδιο. Οι μεν, ιστορικοί πούροι και ορθολογιστές, αποκλείουν μετά βδελυγμίας τους θρύλους γύρω από την Επανάσταση επιμένοντας στα γυμνά ιστορικά γεγονότα. Και οι άλλοι, οι εθνοφύλακες των ιερών πατριωτικών κειμηλίων, υπερασπίζονται την άποψη πως, σώνει και καλά, οι θρύλοι είναι ιστορία.
Οι πρώτοι δεν θέλουν να καταλάβουν και συχνά, αν και κάποιας ηλικίας, λησμονούν πως για χρόνια, αιώνας και πάνω, οι Έλληνες γαλουχήθηκαν και μπουμπουνήθηκαν με ρητορικές κορόνες για το Λάβαρο της Αγίας Λαύρας και το Κρυφό Σχολειό. Οι τοίχοι των σχολείων ήταν γεμάτοι με τα γνωστά λαϊκά λιθογραφήματα. Τα σχολικά βιβλία με τον γνωστό πίνακα του Γύζη, οι σχολικές γιορτές με το γνωστότερο ποίημα του Ιωάννη Πολέμη για τα γράμματα στο «φως του καντηλιού» που μάθαιναν τα σκλαβάκια ενώ απέξω υπήρχε η «μαυροφόρα απελπισιά». Εξάλλου ακόμη και το παιδικό λαϊκό στιχούργημα «Φεγγαράκι μου λαμπρό» κ.τ.λ. παρέπεμπε σε νυχτερινή μυστική πρόσληψη της ελληνομάθειας. Η μόνη πηγή για την αλήθεια όσον αφορά τη δράση ενός προσώπου ιστορικού είναι το απομνημόνευμά του και η αλληλογραφία του. Πουθενά στα απομνημονεύματα ή σε άλλη πηγή που τον αφορά, ο Παλαιών Πατρών Γερμανός δεν αναφέρει όχι ύψωση λαβάρου στην Αγία Λαύρα αλλά ούτε καν παρουσία του την κρίσιμη εκείνη περίοδο στο ονομαστό μοναστήρι. Ο θρύλος σαφώς εφευρέθηκε εκ των υστέρων για να συνδεθεί η Επανάσταση με την υπόσχεση της Ελεύσεως του Σωτήρα κατά τον Ευαγγελισμό της Μαρίας και βέβαια για να συνδεθεί η Επανάσταση (που κατ' αρχάς έγινε με δεδηλωμένη αντίρρηση της επίσημης Εκκλησίας) με την ευλογία της εκκλησιαστικής ηγεσίας.
Υπάρχουν τεκμήρια ότι σχολεία λειτουργούσαν με την άδεια, την ανοχή συχνά, της Πύλης. Ο Ρήγας στο Βελεστίνο δεν αναφέρει πως έμαθε γράμματα από παπά σε κανένα κρυφό σχολειό. Ήταν γεμάτο το Πήλιο σχολεία. Όπως και τα Γιάννινα. Πού έμαθε τόσα γράμματα ώστε να γίνει ό,τι έγινε ο Κωλέττης, κολλητός του Αλή Πασά, ο Βηλαράς πού; Κάποιοι πάλι ξέχασαν τα ελληνικά τους μέσα στην εθνικιστική φούρια τους. Από την ομηρική διάλεκτο έως σήμερα έχει αλλάξει η σημασία της λέξεως «κλέπτης - κλέφτης»;; Τι στο καλό σημαίνει ο κλεφταρματολός άλλο από αρματωμένος κλέφτης. Όσο το πού μάθανε τα άρματα και ποιος τούς έδωσε τα καριοφίλια είναι με γραπτές πηγές θεμελιωμένο και στα απομνημονεύματα πολλών καταγραμμένο πως Διάκος, Ανδρούτσος, Καραϊσκάκης, Τζαβελαίοι, Μποτσαραίοι, Κωλέττης και δεκάδες άλλοι υπηρέτησαν ως μισθοφόροι στον Αλή Πασά.
---
Κώστας Γεωργουσόπουλος, Τα Νέα
No comments:
Post a Comment